.
Sunday, January 3, 2010
NEMESIS - ΝΕΜΕΣΙΣ
\
Ο Αλέξης δεν είχε ξαναπεράσει τόσο καλά σε πρώτο ραντεβού.
Το παιδί που γνώρισε στο gaydar με το username "nemesis_00" έμοιαζε αρχικά με "καμμένο χαρτί"... δεν είχε φωτογραφίες στο προφίλ του, τα προσωπικά στοιχεία που έδινε ήταν ελάχιστα, και έταζε περισσότερες λεπτομέρειες μέσω msn... το οποίο και δεν αναγραφόταν. Μετά όμως από ένα - δύο μηνύματα, το πολυπόθητο add έγινε, και μέσα σε δυο-τρείς μέρες γνωρίστηκαν αρκετά καλά μέσω chat.
Ο Μάρκος (έτσι λεγόταν) ήταν λίγο κρυψίνους όσον αφορά τις φωτογραφίες του, τις εμφάνιζε για ελάχιστο χρόνο στο avatar του στο msn, λες και φοβόταν μήπως τον ανακαλύψει κανείς. Του είχε πει βέβαια ότι δεν ήταν ανοιχτά gay στο περιβάλλον του, πράγμα που εξηγούσε πολλά... όμως αυτή η μυστικοπάθεια που σε άλλα άτομα ξένιζε τον Αλέξη, έκανε τον Μάρκο να μοιάζει με ένα μικρό, γλυκό μυστήριο που σε ιντριγκάρει να το ξεσκεπάσεις... ίσως πάλι να έφταιγε ότι στις φωτογραφίες του έμοιαζε με μεγάλο κελεπούρι, κι ας ήταν κακής ποιότητας και μακρινές.
Και πράγματι, όταν βρέθηκαν απο κοντά, ο Αλέξης δε μπορούσε να πιστέψει την τύχη του. Ο Μάρκος ήταν 1,90, μελαχροινός, με πράσινα μάτια και ψηλό, καλοφτιαγμένο κορμί... η αύρα του πρόδιδε έναν αρκετά κλειστό χαρακτήρα, ίσως αγχωμένο που έβγαινε ραντεβού με άντρα, όμως αυτό ήταν κάτι που είχε ήδη γίνει αντιληπτό από τις συζητήσεις τους στο msn. "Θα σε βγάλω εγώ απ' το καβούκι σου, μανάρι μου" είχε σκεφτεί ο Αλέξης.
Είχε σκεφτεί να του πει να βρεθούν στο Γκάζι, αλλά ίσως να ήταν too much για κάποιον σαν τον Μάρκο. Άσε που τον τελευταίο καιρό στο Γκάζι είχε σημειωθεί άνοδος στην εγκληματικότητα, πολλοί περαστικοί είχαν πέσει θύματα ληστείας, και κάποιοι απ' αυτούς είχαν μαχαιρωθεί η δαρθεί μέχρι θανάτου. Πρότεινε λοιπόν στην προσεχή του κατάκτηση να πάνε για ποτάκι και χορό σε κάποιο μαγαζί στου Ψυρρή ή στο Μοναστηράκι, πράγμα που όμως βόλευε και τον απώτερό του σκοπό να τον ρίξει στο κρεββάτι του, μιας και η γκαρσονιέρα του Αλέξη βρισκόταν εξευτελιστικά κοντά.
Το σχέδιό του να μεθύσει το τεκνό πήγε ακριβώς όπως το περίμενε. Πρώτα πήγαν για ποτάκι στο Μαγκαζέ.
"Αλήθεια, πολύ μου αρέσει το username που επέλεξες" του είπε για κομπλιμέντο σε κάποια ανύποπτη στιγμή, ενώ τα πρώτα ποτά είχαν ήδη φύγει. "Νέμεσις. Όταν κάποιος θνητός διέπραττε ύβρι, οι θεοί τον τιμωρούσαν χρησιμοποιώντας έμμεσα έναν άλλο θνητό για την τιμωρία τους. Οι ναύτες του Οδυσσέα έφαγαν τα χρυσά βόδια του Δία, και ο Δίας χρησιμοποίησε τον ίδιο τον Οδυσσέα σαν Νεμεσή τους. Ήταν το μεγάλο πάθος του καπετάνιου τους να γυρίσει στην πατρίδα του, που τους έκανε να καταλήξουν πνιγμένοι στον πάτο του Ιονίου."Ένα ντροπαλό μειδίαμα ξέφυγε από το Μάρκο. "Με κολακεύεις... είναι πολύ βαθύ όλο αυτό. Όμως εγώ απλά είμαι μεγάλος φαν του Resident Evil. Από εκεί πήρα και το όνομα."
Ο Αλέξης γέλασε και παρήγγειλε άλλα δύο ποτά.
Μετά πήγαν για χορό σε ένα νέο gay-friendly μαγαζί της περιοχής, και τα σφηνάκια συνέχισαν να κατεβαίνουν το ένα μετά το άλλο. Όταν έφτασε η ώρα να φύγουν και βγήκαν στον δρόμο, ο Μάρκος παραπατούσε ελαφρώς."Κάποιος ήπιε λίγο παραπάνω απ' όσο άντεχε..." γέλασε ο Αλέξης. Η μόνη απάντηση ήταν ένα χαμόγελο παραδοχής. Έπιασε τον Μάρκο από τον ώμο, τρίβοντάς τον κρυφά με τον αντίχειρα. "Θέλεις να κοιμηθείς στο σπίτι μου; Εδώ παραπέρα είναι... πού να τρέχεις τώρα στο Φάληρο..." του πρότεινε.
"Αμέ... γιατί όχι;" Άκουσε το "θύμα" του να λέει... η παγίδα είχε στηθεί άψογα, και το θήραμα είχε πέσει μέσα. Σε λίγο, το Calvin Klein εσώρουχο του Μάρκου θα διακοσμούσε το πατωμά του...
Έφτασαν στο σπίτι αμέσως, αλλά στον Αλέξη φάνηκε σαν μια αιωνιότητα... ξεκλείδωσε την πόρτα, έσπρωξε απαλά τον Μάρκο μέσα, μετά μπήκε ο ίδιος και κλείδωσε πίσω του. Ξανάσπρωξε τον καλεσμένο του πάνω στον τοίχο και κόλλησε πάνω του παθιασμένα, αγγίζοντας τα χείλη του με τα δικά του, προκαλώντας τον να περάσει εκείνος το όριο και να τον φιλήσει. Δεν το έκανε, οπότε συνέχισε ο ίδιος την πρωτοβουλία του και πέρασε την γλώσσα του απαλά μέσα στο στόμα του Μάρκου, παίρνοντάς του τα χέρια και βάζοντάς τα στα οπίσθιά του.
Ο Μάρκος, έστω καθυστερημένα, ανταπέδωσε το φιλί, και το χρησιμοποίησε σαν αντιπερισπασμό: πήρε τα χέρια του από τον κόλο του Αλέξη, έβγαλε τη σιδερογροθιά από την τσέπη του και την φόρεσε στο δεξί του χέρι, όλα αυτά κυριολεκτικά πίσω από την πλάτη του ανώμαλου που έχωνε τη γλώσσα του στο στόμα του. Χρησιμοποιώντας τη σωματική του δύναμη, που ξεπερνούσε κατά πολύ το πιο κοντό και αδύνατο αγόρι μπροστά του, τον έσπρωξε και του έσκασε μια γροθιά κατάμουτρα. Ο Αλέξης δεν είχε μαζέψει ακόμα καλά καλά τη γλώσσα του μέσα στο στόμα του, και το αποτέλεσμα ήταν να κόψει με τα ίδια του τα δόντια την άκρη της γλώσσας του.
Ο Αλέξης έντρομος έβαλε τα χέρια του στο στόμα του, που έσταζε αίμα. Τα μάτια του είχαν κοκκινίσει και δεν έβλεπε καλά. "Τθι έκανεθ..." προσπάθησε να πει, αλλά τότε τον βρήκε η δεύτερη γροθιά στον κρόταφο.Προσγειώθηκε με την πλάτη πάνω στο κομοδίνο με τις φωτογραφίες της γιαγιάς του και άκουσε ένα ανατριχιαστικό "κρακ", το οποίο ήταν και το τελευταίο που άκουσε, αν εξαιρέσουμε το μόνιμο βουητό που πλημμύριζε τα αυτιά του στα επόμενα λεπτά. Ένα βουητό που δεν του επέτρεψε να ακούσει τι έλεγε ο Μάρκος, αλλά μόνο να τον δει να πλησιάζει από πάνω του, σαν μια απειλητική, θολή σκιά του θανάτου.
"Έκτρωμα..." θα τον άκουγε να λέει με αηδία, πριν φτύσει πάνω του ότι σάλια είχαν μόλις ανταλλάξει. "Ο Θεός σε τιμωρεί, και εγώ είμαι η τιμωρία. Εγώ είμαι η Νέμεσή σου."Πριν προφτάσει να ουρλιάξει, ο Μάρκος τον χτύπησε με τη σιδερογροθιά στο στόμα, και ξανά στη μύτη, και ξανά και ξανά... σταμάτησε μόνο όταν το πρόσωπό του είχε καταντήσει μια άμορφη μάζα από σάρκα και αίμα, και με την τελευταία του αναπνοή δημιούργησε μια φουσκάλα από αίμα πάνω σε αυτό που κάποτε ήταν η μύτη του.
Ο "Μάρκος" θαύμασε ψύχραιμα και ανέκφραστα το κατόρθωμά του, και μετά πέρασε στην τελευταία φάση της αποστολής του. Έκανε μια βόλτα στο σπίτι, αναποδογυρίζοντας έπιπλα και πράγματα με προσοχή για να μην ξυπνήσει τους γείτονες, παίρνοντας ότι πολύτιμο μπορούσε να χωρέσει στην τσάντα του. Έπρεπε τα πάντα να δείχνουν ότι ο Αλέξης ήταν άλλο ένα θύμα ληστείας. Έφτασε στον υπολογιστή. Ήταν κλειστός. Έβγαλε ένα κατσαβίδι από την τσάντα του και άνοιξε το tower στο πλάι, αφαιρώντας τον σκληρό δίσκο. Που χρόνος να βρίσκεις κωδικούς και να σβήνεις τα αρχεία των συζητήσεων στο msn και τα cookies! Έτσι ήταν πιο γρήγορα και πιο καθαρά. Όταν τελείωσε την βιαστική βόλτα του, γύρισε στο πτώμα του Αλέξη και έψαξε τις τσέπες του. Πήρε το πορτοφόλι του, τα κλειδιά του και το κινητό του. Το τελευταίο ήταν και ο τελευταίος σύνδεσμος που πιθανόν να τον ενοχοποιούσε. Άλλωστε γνωρίστηκαν πριν δυο μέρες, πέρα από το ίντερνετ και το κινητό δεν υπήρχε άλλη ένδειξη που να πρόδιδε στην αστυνομία ποιος ήταν το αποψινό ραντεβού του θύματος. Άλλωστε γι αυτό άλλαζε όνομα, profile και msn για κάθε θύμα, για να καλύψει και τις περιπτώσεις όπου η ερωτοχτυπημένη αδερφή έλεγε τα πάντα για το επικείμενό της ραντεβού σε καμμιά "κολλητή" της.
Γύρισε σπίτι του με ένα ανάμικτο αίσθημα ολοκλήρωσης αλλά και απογοήτευσης.Ήταν μια προσφορά στον Θεό αυτό που έκανε, καθαρίζοντας από προσώπου Γης τους ανώμαλους που περιγελούσαν το θείο δώρο του Κυρίου. Ήταν πολύ προσγειωμένο άτομο και ήξερε ότι αν έβγαζε προς τα έξω τις πεποιθήσεις του για τους ομοφυλόφιλους, θα τον περνούσαν για τρελλό, και ίσως στα μάτια όσων δεν είχαν επιλεχθεί από τον Κύριο όπως ο ίδιος... να ήταν τρελλός. Ήξερε όμως τι πρέπει να κάνει για να αποδώσει δικαιοσύνη, και ήξερε ότι πρέπει να το κρατήσει κρυφό και να είναι προσεκτικός. Οι πισωγλέντηδες είχαν καταλάβει το ίντερνετ όπου και εξαπλώνονταν σαν ιός, και έφερναν και την αρρώστεια τους μαζί τους. Θέλοντας να χτυπήσει το κακό στη ρίζα, αποφάσισε να "γίνει" ένας από αυτούς. Να τους γνωρίσει. Να τους δελεάσει με το ελκυστικό του παρουσιαστικό. Και μετά να τους κρίνει.
Ήξερε ότι ακόμα κι αν είχε 100 ζωές, δεν θα προλάβαινε να τους εξαφανίσει όλους από προσώπου Γης. Ποια Γη, ούτε καν τη μισή Αθήνα! Αλλά του άρεσε να σκέφτεται ότι έβαζε το λιθαράκι του στο να γίνει το θέλημα του Κυρίου, και κέρδιζε τη θέση του στο πλάι Του. Γι αυτό και με μεθοδικότητα είχε ήδη καθαρίσει πολλές λούγκρες, είτε στα σπίτια τους, είτε σε σκοτεινά δρομάκια στο Γκάζι, είτε σε γαμιστρώνες και πάρκα, και πάντα φαινόταν σαν ληστεία. Η ήδη υψηλή εγκληματικότητα σε αυτά τα μέρη συγκάλυπτε τη δουλειά του ιδανικά, και ήδη στο Γκάζι μετά τις 2.00 κυκλοφορούσαν τρεις-τρεις οι παλιοαδερφούλες! Βέβαια που να ξέρουν ότι συνήθως ο δολοφόνος ήταν αναμεσά τους και όχι κρυμμένος στις σκιές...
Είχαν γίνει όμως και άλλα παρόμοια περιστατικά που δεν ήταν δική του δουλειά. Ο ίδιος είχε σχεδόν πάντα τη σιδερογροθιά του και έναν σουγιά για επιπλέον ασφάλεια, όμως είχαν γίνει μερικές ληστείες μετά φόνου όπου η αστυνομία αναγνώρισε σαν όπλο του εγκλήματος ένα στρατιωτικό μαχαίρι. Αυτές θα πρέπει να ήταν πραγματικές ληστείες...
Ο Μάρκος ανέβασε την ένταση στο ραδιόφωνό του και η μουσική γέμισε σκοτάδι τις πτυχές της ψυχής του.
I want a cup that overflows with love
Although it's not enough to fill my heart
I want a barrel full of love
Although I know it's not enough to fill my heart
I want a river full of love
But then I know the holes will still remain
I need an ocean full of love
Although I know the holes will still remain
Με το νου επέστρεψε στην αποψινή νύχτα. Γιατί έπρεπε να ορμήσει να τον φιλήσει έτσι ξαφνικά η ηλίθια λούγκρα; Το να ανταποδώσει ήταν κάτι που σιχαινόταν, αλλά μερικές φορές χρειαζόταν, ώστε να μπορέσει να βρει τον άλλον προ εκπλήξεως όταν επιτεθεί.
Και εκείνο το παιδί, ο Αλέξης... αποδείχτηκε κι αυτός ένα πουτανάκι που βιαζόταν να πηδηχτεί. Γι αυτό κι εκείνος βιάστηκε να τον αποτελειώσει.
Δεν είχε σκοτώσει όλα του τα "ραντεβού" ο Μάρκος. Πολλοί από τους πισωγλέντηδες του πουλούσαν το πακέτο "είμαι ένα παιδί μόνο του σε αυτόν τον κόσμο και ψάχνω απλά κάποιον να με αγαπήσει" και ταυτόχρονα το μάτι τους πήγαινε από τον καβάλο του Μάρκου στους κόλους των περαστικών. Αλλά υπήρξαν και κάνα δυό που το εννοούσαν. Που στο τέλος του ραντεβού τους έπιανε η συστολή τους, τον χαιρετούσαν ντροπαλά και με μια βιαστική χειραψία ανανέωναν το ραντεβού για μια άλλη φορά. Σε αυτούς δεν ξαναπαντούσε στο τηλέφωνο ο Μάρκος. Έτρωγαν μεν την πίκρα της χυλόπιτας, αλλά χωρίς να το ξέρουν κέρδιζαν λίγο χρόνο παραπάνω μπας και αλλάξουν τη ζωή τους προς το καλύτερο. Υπήρξαν και κάποιοι όμως που απλά δεν τον γούσταραν, έβρισκαν μια πρόφαση και τον εγκατέλειπαν πάνω στο μισάωρο. Τις πρώτες δύο φορές το βρήκε αστείο, την τρίτη όμως ακολούθησε την ξινή αδερφή στο αμάξι της και της έκοψε το λαρύγγι με το σουγιά. Μετά κατάλαβε ότι το έκανε πιο πολύ από εγωισμό κι όχι από θείο καθήκον, και προσευχήθηκε για μήνες για συγχώρεση.
Στο τέλος αποφάσισε ότι έτσι κι αλλιώς, ασχέτως του γιατί τον σκότωσε, του άξιζε να πεθάνει. Σε όλους άξιζε να πεθάνουν.
Κάθησε στο laptop του και μπήκε στο msn. Ήταν Παρασκευή βράδυ, και ήταν ιδανικό να κανονίσει κάτι άλλο μιας και ερχόταν Σαββατοκύριακο και μπορούσε να κάνει ένα βολικό σερί. Από χτες μιλούσε με έναν άλλον πισωγλέντη, τον Νεκτάριο, έναν μικρόσωμο ξανθό που έμοιαζε εύκολο θύμα, όχι μόνο λόγω μεγέθους αλλά και επειδή είχε τρελλαθεί με την πάρτη του και λύσσαγε να βγούνε από την πρώτη στιγμή που είδε φωτογραφία. Με το που μπήκε msn τσουπ! πετάχτηκε να του μιλήσει.
"Pos kai eisai spiti Paraskeyh brady?" τον ρώτησε. Είχε αποφασίσει με τον συγκεκριμένο να υιοθετήσει μια πιο εξυπνακίστικη περσόνα, να τον κάνει να "τσιμπήσει" πιο πολύ.
"Perimena esena koukle!" ήρθε η απάντηση. "Esy ligo arga mpikes...fantazomai eixes rantevoudaki e? :(" πήγε να τον ψαρέψει αμέσως ο μικρός).
"Oxi, oxi, ekana yperwries sto grafeio... asta asta!" του πέταξε το ψέμα."A entaxei tote. Emeis telika tha brethoume ayrio?" είπε ο άλλος, μπαίνοντας κατευθείαν στο ψητό...
Άλλο ένα θύμα έπεφτε από μόνο του στην παγίδα.
********************************************************
Αυτή η περίπτωση φαινόταν πιο απλή. Ο Νεκτάριος από κοντά ήταν ένα κοντό, υπερενεργητικό πλάσμα που χοροπηδούσε όλη την ώρα στο Sodade σαν πιθήκι χορεύοντας, και ήταν ιδιαίτερα εκδηλωτικός με τον Μάρκο. Αν και δεν εκμεταλλεύτηκε την άνεση που είχε στον συγκεκριμένο χώρο ώστε να του ορμήσει έτσι χύμα, τον χτύπαγε συνεχώς φιλικά στην πλάτη και τον βούταγε για να χορέψουν συχνά... όταν όμως πλεύρισαν τον Μάρκο δυο άλλες λυσσάρες λούγκρες και άρχισαν να του ψιθυρίζουν στο αυτί βρωμιές που δεν μπορούσε να ακούσει, ο Νεκτάριος ζήλεψε, βούτηξε αυτόν και τα παλτά τους και τον πήρε αγκαζέ έξω από το μαγαζί...
"Δεν αντέχω αυτή την ποντικότρυπα!" είπε στον Μάρκο μέσα από δόντια που έτριζαν. "Δεν μπορείς ούτε να κοιτάξεις μια στιγμή το ρολόι σου χωρίς να ορμήσουν 3 πουτσοζητιάνες για να σου φάνε το γκόμενο!
"Ο Μάρκος απλά γέλασε. Πράγματι στο συγκεκριμένο μαγαζί γινόταν μπάχαλο, πράγμα όμως που βόλευε τον ίδιο ως προς το έργο του... η αναλογία είναι 15 θαμώνες ανά τετραγωνικό μέτρο και έχει τόση κάπνα που έτσι κι αλλιώς μόνο στον καβάλο μπορούν να σε κοιτάνε οι άλλοι... και κανείς δεν θυμάται ποιος έφυγε με ποιόν γιατί αμέσως κοιτάνε το επόμενο τεκνό που θα κάτσει στη θέση που μόλις άφησες...!
Δεν ρώτησε τον Νεκτάριο που πάνε, γιατί η πείρα του τού έλεγε ότι μάλλον ψάχνει για κανένα ερημικό στενάκι... και είχε δίκιο. Σύντομα βρίσκονταν σε ένα αδιέξοδο όπου δεν υπήρχε ψυχή, και ο Νεκτάριος τον κάρφωσε με το πιο πρόστυχο βλέμμα που είχε δει την τελευταία εβδομάδα. "Τώρα είσαι όλος δικός μου παίδαρε..." του είπε.
Ο Μάρκος τεντώθηκε, χαμογέλασε σαγηνευτικά και του γύρισε για λίγο την πλάτη κάνοντας ότι επεξεργάζεται το στενάκι, ενώ κρυφά επιχείρησε να φορέσει ξανά την σιδερογροθιά του. Τα πράγματα έδειχναν πολύ εύκολα...
Ενώ είχε την πλάτη του γυρισμένη στο Νεκτάριο, ένιωσε ένα οξύ τσούξιμο στο λαιμό του. Τον έτριψε λίγο, ένιωσε ότι η επιφάνειά του δεν ήταν τόσο λεία όσο έπρεπε, και κοίταξε τα χέρια του.
Ήταν ποτισμένα στο αίμα. Το ίδιο και η μπλούζα του.
Γύρισε να αντικρύσει τον Νεκτάριο και τον είδε να χαμογελάει όχι πρόστυχα, αλλά σαδιστικά. Κρατούσε ένα στρατιωτικό μαχαίρι, βαμμένο με αίμα. Με αυτό το μαχαίρι του είχε ανοίξει το λαιμό τη στιγμή που ο Μάρκος του γύρισε την πλάτη.
"Βρωμοπουστάκι" ψιθύρισε ο Νεκτάριος, "νόμιζες θα γαμηθείς σήμερα εεε;"
Μέσα από τις σκιές, είδε να ξεπροβάλλουν οι δυο "λούγκρες" που του την είχαν πέσει προηγουμένως. Τον έπιασαν και τον πέταξαν κάτω.
"Το μόνο που θα χωθεί μέσα σου απόψε... είναι αυτό!" είπε ο Νεκτάριος και του κάρφωσε το στρατιωτικό μαχαίρι στο στομάχι. Οι άλλοι δύο άρχισαν να τον κλωτσάνε στα πλευρά.
Ο Μάρκος προσπάθησε να τους μιλήσει, να τους εξηγήσει ότι δεν είναι αυτό που νομίζουν, ότι και αυτός έχει την ίδια "αποστολή" με εκείνους και το κάνει και περισσότερο καιρό, αλλά μάταια... η πρώτη μαχαιριά του είχε χαλάσει τις φωνητικές χορδές, και το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να βγάλει αέρα από τη σχισμή στο λαιμό του.
"Ψόφα, καριόλη πισωγλέντη!" Φώναζαν οι συνεργοί του ενώ τον κλωτσούσαν στο πρόσωπο και τον έφτυναν.
"Η μάνα σου δε σε γέννησε για να πουτανεύεις και να τον αρπάζεις από παντού!"
Ούρλιαξε ο Νεκτάριος ενώ τον κάρφωνε ανελέητα. Με την άκρη του ματιού του, ο Μάρκος είδε δυο κοπέλες να περνούν από το κάθετο σε αυτό στενό. Αυτές είδαν τι γίνεται, τρόμαξαν και περπάτησαν πιο βιαστικά ώστε να μην τις πάρουν είδηση οι φονιάδες. Ο Μάρκος αναρρωτήθηκε αν θα καλούσαν την Αστυνομία ή θα έκαναν την πάπια, κατάλαβε όμως ότι αυτοί οι ηλίθιοι ήταν εντελώς ερασιτέχνες και ήταν θέμα χρόνου πριν τους πιάσουν στα πράσα. Δεν ήταν δίκαιο, δεν ήταν σωστό να πεθάνει έτσι, σαν μια κοινή αδερφή, από άτομα που κόπιαραν το δικό του έργο... και όταν τους έπιαναν... θα χρεώνονταν και το δικό του έργο από τους μπάτσους! Αφού έκανε μόνο αυτό που ήταν ηθικά σωστό, γιατί τον εγκατέλειπε έτσι ο Κύριος;
Τα μάτια του ήταν πρησμένα από το ξύλο, το δέρμα του χλωμό από το αίμα που έχανε, τα μισά του δόντια ήταν προ πολλού σπασμένα, η ανάσα του ξέφευγε από τις τρύπες στο θώρακα και το λαιμό... Ο Μάρκος κοίταξε προς τα πάνω, οι δύο συνεργοί σηκώθηκαν από πάνω του φτύνοντάς τον, και ο Νεκτάριος τον πλησίασε ξανά και κάθησε δίπλα του.
Ο Μάρκος σήκωσε το χέρι του προς τον φονιά του σε μια απέλπιδα προσπάθεια να του δείξει τι έκανε... αλλά το αποτέλεσμα ήταν να χάσει τα τρία από τα δάχτυλα του δεξιού χεριού.
Ένιωσε τον Νεκτάριο να σηκώνεται και να ακουμπάει το ένα του γόνατο πάνω στο σαγόνι του, έτοιμος να βάλει όλο του το βάρος σε αυτό και να του συνθλίψει το πρόσωπο... ενώ του έλεγε τα τελευταία λόγια που θα άκουγε στην ζωή του.
"Σίχαμα... Ο Θεός δεν εγκρίνει αυτά που κάνεις... Σε τιμωρεί, κι εγώ είμαι η τιμωρία σου...Η Νέμεσή σου."
Ο Αλέξης δεν είχε ξαναπεράσει τόσο καλά σε πρώτο ραντεβού.
Το παιδί που γνώρισε στο gaydar με το username "nemesis_00" έμοιαζε αρχικά με "καμμένο χαρτί"... δεν είχε φωτογραφίες στο προφίλ του, τα προσωπικά στοιχεία που έδινε ήταν ελάχιστα, και έταζε περισσότερες λεπτομέρειες μέσω msn... το οποίο και δεν αναγραφόταν. Μετά όμως από ένα - δύο μηνύματα, το πολυπόθητο add έγινε, και μέσα σε δυο-τρείς μέρες γνωρίστηκαν αρκετά καλά μέσω chat.
Ο Μάρκος (έτσι λεγόταν) ήταν λίγο κρυψίνους όσον αφορά τις φωτογραφίες του, τις εμφάνιζε για ελάχιστο χρόνο στο avatar του στο msn, λες και φοβόταν μήπως τον ανακαλύψει κανείς. Του είχε πει βέβαια ότι δεν ήταν ανοιχτά gay στο περιβάλλον του, πράγμα που εξηγούσε πολλά... όμως αυτή η μυστικοπάθεια που σε άλλα άτομα ξένιζε τον Αλέξη, έκανε τον Μάρκο να μοιάζει με ένα μικρό, γλυκό μυστήριο που σε ιντριγκάρει να το ξεσκεπάσεις... ίσως πάλι να έφταιγε ότι στις φωτογραφίες του έμοιαζε με μεγάλο κελεπούρι, κι ας ήταν κακής ποιότητας και μακρινές.
Και πράγματι, όταν βρέθηκαν απο κοντά, ο Αλέξης δε μπορούσε να πιστέψει την τύχη του. Ο Μάρκος ήταν 1,90, μελαχροινός, με πράσινα μάτια και ψηλό, καλοφτιαγμένο κορμί... η αύρα του πρόδιδε έναν αρκετά κλειστό χαρακτήρα, ίσως αγχωμένο που έβγαινε ραντεβού με άντρα, όμως αυτό ήταν κάτι που είχε ήδη γίνει αντιληπτό από τις συζητήσεις τους στο msn. "Θα σε βγάλω εγώ απ' το καβούκι σου, μανάρι μου" είχε σκεφτεί ο Αλέξης.
Είχε σκεφτεί να του πει να βρεθούν στο Γκάζι, αλλά ίσως να ήταν too much για κάποιον σαν τον Μάρκο. Άσε που τον τελευταίο καιρό στο Γκάζι είχε σημειωθεί άνοδος στην εγκληματικότητα, πολλοί περαστικοί είχαν πέσει θύματα ληστείας, και κάποιοι απ' αυτούς είχαν μαχαιρωθεί η δαρθεί μέχρι θανάτου. Πρότεινε λοιπόν στην προσεχή του κατάκτηση να πάνε για ποτάκι και χορό σε κάποιο μαγαζί στου Ψυρρή ή στο Μοναστηράκι, πράγμα που όμως βόλευε και τον απώτερό του σκοπό να τον ρίξει στο κρεββάτι του, μιας και η γκαρσονιέρα του Αλέξη βρισκόταν εξευτελιστικά κοντά.
Το σχέδιό του να μεθύσει το τεκνό πήγε ακριβώς όπως το περίμενε. Πρώτα πήγαν για ποτάκι στο Μαγκαζέ.
"Αλήθεια, πολύ μου αρέσει το username που επέλεξες" του είπε για κομπλιμέντο σε κάποια ανύποπτη στιγμή, ενώ τα πρώτα ποτά είχαν ήδη φύγει. "Νέμεσις. Όταν κάποιος θνητός διέπραττε ύβρι, οι θεοί τον τιμωρούσαν χρησιμοποιώντας έμμεσα έναν άλλο θνητό για την τιμωρία τους. Οι ναύτες του Οδυσσέα έφαγαν τα χρυσά βόδια του Δία, και ο Δίας χρησιμοποίησε τον ίδιο τον Οδυσσέα σαν Νεμεσή τους. Ήταν το μεγάλο πάθος του καπετάνιου τους να γυρίσει στην πατρίδα του, που τους έκανε να καταλήξουν πνιγμένοι στον πάτο του Ιονίου."Ένα ντροπαλό μειδίαμα ξέφυγε από το Μάρκο. "Με κολακεύεις... είναι πολύ βαθύ όλο αυτό. Όμως εγώ απλά είμαι μεγάλος φαν του Resident Evil. Από εκεί πήρα και το όνομα."
Ο Αλέξης γέλασε και παρήγγειλε άλλα δύο ποτά.
Μετά πήγαν για χορό σε ένα νέο gay-friendly μαγαζί της περιοχής, και τα σφηνάκια συνέχισαν να κατεβαίνουν το ένα μετά το άλλο. Όταν έφτασε η ώρα να φύγουν και βγήκαν στον δρόμο, ο Μάρκος παραπατούσε ελαφρώς."Κάποιος ήπιε λίγο παραπάνω απ' όσο άντεχε..." γέλασε ο Αλέξης. Η μόνη απάντηση ήταν ένα χαμόγελο παραδοχής. Έπιασε τον Μάρκο από τον ώμο, τρίβοντάς τον κρυφά με τον αντίχειρα. "Θέλεις να κοιμηθείς στο σπίτι μου; Εδώ παραπέρα είναι... πού να τρέχεις τώρα στο Φάληρο..." του πρότεινε.
"Αμέ... γιατί όχι;" Άκουσε το "θύμα" του να λέει... η παγίδα είχε στηθεί άψογα, και το θήραμα είχε πέσει μέσα. Σε λίγο, το Calvin Klein εσώρουχο του Μάρκου θα διακοσμούσε το πατωμά του...
Έφτασαν στο σπίτι αμέσως, αλλά στον Αλέξη φάνηκε σαν μια αιωνιότητα... ξεκλείδωσε την πόρτα, έσπρωξε απαλά τον Μάρκο μέσα, μετά μπήκε ο ίδιος και κλείδωσε πίσω του. Ξανάσπρωξε τον καλεσμένο του πάνω στον τοίχο και κόλλησε πάνω του παθιασμένα, αγγίζοντας τα χείλη του με τα δικά του, προκαλώντας τον να περάσει εκείνος το όριο και να τον φιλήσει. Δεν το έκανε, οπότε συνέχισε ο ίδιος την πρωτοβουλία του και πέρασε την γλώσσα του απαλά μέσα στο στόμα του Μάρκου, παίρνοντάς του τα χέρια και βάζοντάς τα στα οπίσθιά του.
Ο Μάρκος, έστω καθυστερημένα, ανταπέδωσε το φιλί, και το χρησιμοποίησε σαν αντιπερισπασμό: πήρε τα χέρια του από τον κόλο του Αλέξη, έβγαλε τη σιδερογροθιά από την τσέπη του και την φόρεσε στο δεξί του χέρι, όλα αυτά κυριολεκτικά πίσω από την πλάτη του ανώμαλου που έχωνε τη γλώσσα του στο στόμα του. Χρησιμοποιώντας τη σωματική του δύναμη, που ξεπερνούσε κατά πολύ το πιο κοντό και αδύνατο αγόρι μπροστά του, τον έσπρωξε και του έσκασε μια γροθιά κατάμουτρα. Ο Αλέξης δεν είχε μαζέψει ακόμα καλά καλά τη γλώσσα του μέσα στο στόμα του, και το αποτέλεσμα ήταν να κόψει με τα ίδια του τα δόντια την άκρη της γλώσσας του.
Ο Αλέξης έντρομος έβαλε τα χέρια του στο στόμα του, που έσταζε αίμα. Τα μάτια του είχαν κοκκινίσει και δεν έβλεπε καλά. "Τθι έκανεθ..." προσπάθησε να πει, αλλά τότε τον βρήκε η δεύτερη γροθιά στον κρόταφο.Προσγειώθηκε με την πλάτη πάνω στο κομοδίνο με τις φωτογραφίες της γιαγιάς του και άκουσε ένα ανατριχιαστικό "κρακ", το οποίο ήταν και το τελευταίο που άκουσε, αν εξαιρέσουμε το μόνιμο βουητό που πλημμύριζε τα αυτιά του στα επόμενα λεπτά. Ένα βουητό που δεν του επέτρεψε να ακούσει τι έλεγε ο Μάρκος, αλλά μόνο να τον δει να πλησιάζει από πάνω του, σαν μια απειλητική, θολή σκιά του θανάτου.
"Έκτρωμα..." θα τον άκουγε να λέει με αηδία, πριν φτύσει πάνω του ότι σάλια είχαν μόλις ανταλλάξει. "Ο Θεός σε τιμωρεί, και εγώ είμαι η τιμωρία. Εγώ είμαι η Νέμεσή σου."Πριν προφτάσει να ουρλιάξει, ο Μάρκος τον χτύπησε με τη σιδερογροθιά στο στόμα, και ξανά στη μύτη, και ξανά και ξανά... σταμάτησε μόνο όταν το πρόσωπό του είχε καταντήσει μια άμορφη μάζα από σάρκα και αίμα, και με την τελευταία του αναπνοή δημιούργησε μια φουσκάλα από αίμα πάνω σε αυτό που κάποτε ήταν η μύτη του.
Ο "Μάρκος" θαύμασε ψύχραιμα και ανέκφραστα το κατόρθωμά του, και μετά πέρασε στην τελευταία φάση της αποστολής του. Έκανε μια βόλτα στο σπίτι, αναποδογυρίζοντας έπιπλα και πράγματα με προσοχή για να μην ξυπνήσει τους γείτονες, παίρνοντας ότι πολύτιμο μπορούσε να χωρέσει στην τσάντα του. Έπρεπε τα πάντα να δείχνουν ότι ο Αλέξης ήταν άλλο ένα θύμα ληστείας. Έφτασε στον υπολογιστή. Ήταν κλειστός. Έβγαλε ένα κατσαβίδι από την τσάντα του και άνοιξε το tower στο πλάι, αφαιρώντας τον σκληρό δίσκο. Που χρόνος να βρίσκεις κωδικούς και να σβήνεις τα αρχεία των συζητήσεων στο msn και τα cookies! Έτσι ήταν πιο γρήγορα και πιο καθαρά. Όταν τελείωσε την βιαστική βόλτα του, γύρισε στο πτώμα του Αλέξη και έψαξε τις τσέπες του. Πήρε το πορτοφόλι του, τα κλειδιά του και το κινητό του. Το τελευταίο ήταν και ο τελευταίος σύνδεσμος που πιθανόν να τον ενοχοποιούσε. Άλλωστε γνωρίστηκαν πριν δυο μέρες, πέρα από το ίντερνετ και το κινητό δεν υπήρχε άλλη ένδειξη που να πρόδιδε στην αστυνομία ποιος ήταν το αποψινό ραντεβού του θύματος. Άλλωστε γι αυτό άλλαζε όνομα, profile και msn για κάθε θύμα, για να καλύψει και τις περιπτώσεις όπου η ερωτοχτυπημένη αδερφή έλεγε τα πάντα για το επικείμενό της ραντεβού σε καμμιά "κολλητή" της.
Γύρισε σπίτι του με ένα ανάμικτο αίσθημα ολοκλήρωσης αλλά και απογοήτευσης.Ήταν μια προσφορά στον Θεό αυτό που έκανε, καθαρίζοντας από προσώπου Γης τους ανώμαλους που περιγελούσαν το θείο δώρο του Κυρίου. Ήταν πολύ προσγειωμένο άτομο και ήξερε ότι αν έβγαζε προς τα έξω τις πεποιθήσεις του για τους ομοφυλόφιλους, θα τον περνούσαν για τρελλό, και ίσως στα μάτια όσων δεν είχαν επιλεχθεί από τον Κύριο όπως ο ίδιος... να ήταν τρελλός. Ήξερε όμως τι πρέπει να κάνει για να αποδώσει δικαιοσύνη, και ήξερε ότι πρέπει να το κρατήσει κρυφό και να είναι προσεκτικός. Οι πισωγλέντηδες είχαν καταλάβει το ίντερνετ όπου και εξαπλώνονταν σαν ιός, και έφερναν και την αρρώστεια τους μαζί τους. Θέλοντας να χτυπήσει το κακό στη ρίζα, αποφάσισε να "γίνει" ένας από αυτούς. Να τους γνωρίσει. Να τους δελεάσει με το ελκυστικό του παρουσιαστικό. Και μετά να τους κρίνει.
Ήξερε ότι ακόμα κι αν είχε 100 ζωές, δεν θα προλάβαινε να τους εξαφανίσει όλους από προσώπου Γης. Ποια Γη, ούτε καν τη μισή Αθήνα! Αλλά του άρεσε να σκέφτεται ότι έβαζε το λιθαράκι του στο να γίνει το θέλημα του Κυρίου, και κέρδιζε τη θέση του στο πλάι Του. Γι αυτό και με μεθοδικότητα είχε ήδη καθαρίσει πολλές λούγκρες, είτε στα σπίτια τους, είτε σε σκοτεινά δρομάκια στο Γκάζι, είτε σε γαμιστρώνες και πάρκα, και πάντα φαινόταν σαν ληστεία. Η ήδη υψηλή εγκληματικότητα σε αυτά τα μέρη συγκάλυπτε τη δουλειά του ιδανικά, και ήδη στο Γκάζι μετά τις 2.00 κυκλοφορούσαν τρεις-τρεις οι παλιοαδερφούλες! Βέβαια που να ξέρουν ότι συνήθως ο δολοφόνος ήταν αναμεσά τους και όχι κρυμμένος στις σκιές...
Είχαν γίνει όμως και άλλα παρόμοια περιστατικά που δεν ήταν δική του δουλειά. Ο ίδιος είχε σχεδόν πάντα τη σιδερογροθιά του και έναν σουγιά για επιπλέον ασφάλεια, όμως είχαν γίνει μερικές ληστείες μετά φόνου όπου η αστυνομία αναγνώρισε σαν όπλο του εγκλήματος ένα στρατιωτικό μαχαίρι. Αυτές θα πρέπει να ήταν πραγματικές ληστείες...
Ο Μάρκος ανέβασε την ένταση στο ραδιόφωνό του και η μουσική γέμισε σκοτάδι τις πτυχές της ψυχής του.
I want a cup that overflows with love
Although it's not enough to fill my heart
I want a barrel full of love
Although I know it's not enough to fill my heart
I want a river full of love
But then I know the holes will still remain
I need an ocean full of love
Although I know the holes will still remain
Με το νου επέστρεψε στην αποψινή νύχτα. Γιατί έπρεπε να ορμήσει να τον φιλήσει έτσι ξαφνικά η ηλίθια λούγκρα; Το να ανταποδώσει ήταν κάτι που σιχαινόταν, αλλά μερικές φορές χρειαζόταν, ώστε να μπορέσει να βρει τον άλλον προ εκπλήξεως όταν επιτεθεί.
Και εκείνο το παιδί, ο Αλέξης... αποδείχτηκε κι αυτός ένα πουτανάκι που βιαζόταν να πηδηχτεί. Γι αυτό κι εκείνος βιάστηκε να τον αποτελειώσει.
Δεν είχε σκοτώσει όλα του τα "ραντεβού" ο Μάρκος. Πολλοί από τους πισωγλέντηδες του πουλούσαν το πακέτο "είμαι ένα παιδί μόνο του σε αυτόν τον κόσμο και ψάχνω απλά κάποιον να με αγαπήσει" και ταυτόχρονα το μάτι τους πήγαινε από τον καβάλο του Μάρκου στους κόλους των περαστικών. Αλλά υπήρξαν και κάνα δυό που το εννοούσαν. Που στο τέλος του ραντεβού τους έπιανε η συστολή τους, τον χαιρετούσαν ντροπαλά και με μια βιαστική χειραψία ανανέωναν το ραντεβού για μια άλλη φορά. Σε αυτούς δεν ξαναπαντούσε στο τηλέφωνο ο Μάρκος. Έτρωγαν μεν την πίκρα της χυλόπιτας, αλλά χωρίς να το ξέρουν κέρδιζαν λίγο χρόνο παραπάνω μπας και αλλάξουν τη ζωή τους προς το καλύτερο. Υπήρξαν και κάποιοι όμως που απλά δεν τον γούσταραν, έβρισκαν μια πρόφαση και τον εγκατέλειπαν πάνω στο μισάωρο. Τις πρώτες δύο φορές το βρήκε αστείο, την τρίτη όμως ακολούθησε την ξινή αδερφή στο αμάξι της και της έκοψε το λαρύγγι με το σουγιά. Μετά κατάλαβε ότι το έκανε πιο πολύ από εγωισμό κι όχι από θείο καθήκον, και προσευχήθηκε για μήνες για συγχώρεση.
Στο τέλος αποφάσισε ότι έτσι κι αλλιώς, ασχέτως του γιατί τον σκότωσε, του άξιζε να πεθάνει. Σε όλους άξιζε να πεθάνουν.
Κάθησε στο laptop του και μπήκε στο msn. Ήταν Παρασκευή βράδυ, και ήταν ιδανικό να κανονίσει κάτι άλλο μιας και ερχόταν Σαββατοκύριακο και μπορούσε να κάνει ένα βολικό σερί. Από χτες μιλούσε με έναν άλλον πισωγλέντη, τον Νεκτάριο, έναν μικρόσωμο ξανθό που έμοιαζε εύκολο θύμα, όχι μόνο λόγω μεγέθους αλλά και επειδή είχε τρελλαθεί με την πάρτη του και λύσσαγε να βγούνε από την πρώτη στιγμή που είδε φωτογραφία. Με το που μπήκε msn τσουπ! πετάχτηκε να του μιλήσει.
"Pos kai eisai spiti Paraskeyh brady?" τον ρώτησε. Είχε αποφασίσει με τον συγκεκριμένο να υιοθετήσει μια πιο εξυπνακίστικη περσόνα, να τον κάνει να "τσιμπήσει" πιο πολύ.
"Perimena esena koukle!" ήρθε η απάντηση. "Esy ligo arga mpikes...fantazomai eixes rantevoudaki e? :(" πήγε να τον ψαρέψει αμέσως ο μικρός).
"Oxi, oxi, ekana yperwries sto grafeio... asta asta!" του πέταξε το ψέμα."A entaxei tote. Emeis telika tha brethoume ayrio?" είπε ο άλλος, μπαίνοντας κατευθείαν στο ψητό...
Άλλο ένα θύμα έπεφτε από μόνο του στην παγίδα.
********************************************************
Αυτή η περίπτωση φαινόταν πιο απλή. Ο Νεκτάριος από κοντά ήταν ένα κοντό, υπερενεργητικό πλάσμα που χοροπηδούσε όλη την ώρα στο Sodade σαν πιθήκι χορεύοντας, και ήταν ιδιαίτερα εκδηλωτικός με τον Μάρκο. Αν και δεν εκμεταλλεύτηκε την άνεση που είχε στον συγκεκριμένο χώρο ώστε να του ορμήσει έτσι χύμα, τον χτύπαγε συνεχώς φιλικά στην πλάτη και τον βούταγε για να χορέψουν συχνά... όταν όμως πλεύρισαν τον Μάρκο δυο άλλες λυσσάρες λούγκρες και άρχισαν να του ψιθυρίζουν στο αυτί βρωμιές που δεν μπορούσε να ακούσει, ο Νεκτάριος ζήλεψε, βούτηξε αυτόν και τα παλτά τους και τον πήρε αγκαζέ έξω από το μαγαζί...
"Δεν αντέχω αυτή την ποντικότρυπα!" είπε στον Μάρκο μέσα από δόντια που έτριζαν. "Δεν μπορείς ούτε να κοιτάξεις μια στιγμή το ρολόι σου χωρίς να ορμήσουν 3 πουτσοζητιάνες για να σου φάνε το γκόμενο!
"Ο Μάρκος απλά γέλασε. Πράγματι στο συγκεκριμένο μαγαζί γινόταν μπάχαλο, πράγμα όμως που βόλευε τον ίδιο ως προς το έργο του... η αναλογία είναι 15 θαμώνες ανά τετραγωνικό μέτρο και έχει τόση κάπνα που έτσι κι αλλιώς μόνο στον καβάλο μπορούν να σε κοιτάνε οι άλλοι... και κανείς δεν θυμάται ποιος έφυγε με ποιόν γιατί αμέσως κοιτάνε το επόμενο τεκνό που θα κάτσει στη θέση που μόλις άφησες...!
Δεν ρώτησε τον Νεκτάριο που πάνε, γιατί η πείρα του τού έλεγε ότι μάλλον ψάχνει για κανένα ερημικό στενάκι... και είχε δίκιο. Σύντομα βρίσκονταν σε ένα αδιέξοδο όπου δεν υπήρχε ψυχή, και ο Νεκτάριος τον κάρφωσε με το πιο πρόστυχο βλέμμα που είχε δει την τελευταία εβδομάδα. "Τώρα είσαι όλος δικός μου παίδαρε..." του είπε.
Ο Μάρκος τεντώθηκε, χαμογέλασε σαγηνευτικά και του γύρισε για λίγο την πλάτη κάνοντας ότι επεξεργάζεται το στενάκι, ενώ κρυφά επιχείρησε να φορέσει ξανά την σιδερογροθιά του. Τα πράγματα έδειχναν πολύ εύκολα...
Ενώ είχε την πλάτη του γυρισμένη στο Νεκτάριο, ένιωσε ένα οξύ τσούξιμο στο λαιμό του. Τον έτριψε λίγο, ένιωσε ότι η επιφάνειά του δεν ήταν τόσο λεία όσο έπρεπε, και κοίταξε τα χέρια του.
Ήταν ποτισμένα στο αίμα. Το ίδιο και η μπλούζα του.
Γύρισε να αντικρύσει τον Νεκτάριο και τον είδε να χαμογελάει όχι πρόστυχα, αλλά σαδιστικά. Κρατούσε ένα στρατιωτικό μαχαίρι, βαμμένο με αίμα. Με αυτό το μαχαίρι του είχε ανοίξει το λαιμό τη στιγμή που ο Μάρκος του γύρισε την πλάτη.
"Βρωμοπουστάκι" ψιθύρισε ο Νεκτάριος, "νόμιζες θα γαμηθείς σήμερα εεε;"
Μέσα από τις σκιές, είδε να ξεπροβάλλουν οι δυο "λούγκρες" που του την είχαν πέσει προηγουμένως. Τον έπιασαν και τον πέταξαν κάτω.
"Το μόνο που θα χωθεί μέσα σου απόψε... είναι αυτό!" είπε ο Νεκτάριος και του κάρφωσε το στρατιωτικό μαχαίρι στο στομάχι. Οι άλλοι δύο άρχισαν να τον κλωτσάνε στα πλευρά.
Ο Μάρκος προσπάθησε να τους μιλήσει, να τους εξηγήσει ότι δεν είναι αυτό που νομίζουν, ότι και αυτός έχει την ίδια "αποστολή" με εκείνους και το κάνει και περισσότερο καιρό, αλλά μάταια... η πρώτη μαχαιριά του είχε χαλάσει τις φωνητικές χορδές, και το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να βγάλει αέρα από τη σχισμή στο λαιμό του.
"Ψόφα, καριόλη πισωγλέντη!" Φώναζαν οι συνεργοί του ενώ τον κλωτσούσαν στο πρόσωπο και τον έφτυναν.
"Η μάνα σου δε σε γέννησε για να πουτανεύεις και να τον αρπάζεις από παντού!"
Ούρλιαξε ο Νεκτάριος ενώ τον κάρφωνε ανελέητα. Με την άκρη του ματιού του, ο Μάρκος είδε δυο κοπέλες να περνούν από το κάθετο σε αυτό στενό. Αυτές είδαν τι γίνεται, τρόμαξαν και περπάτησαν πιο βιαστικά ώστε να μην τις πάρουν είδηση οι φονιάδες. Ο Μάρκος αναρρωτήθηκε αν θα καλούσαν την Αστυνομία ή θα έκαναν την πάπια, κατάλαβε όμως ότι αυτοί οι ηλίθιοι ήταν εντελώς ερασιτέχνες και ήταν θέμα χρόνου πριν τους πιάσουν στα πράσα. Δεν ήταν δίκαιο, δεν ήταν σωστό να πεθάνει έτσι, σαν μια κοινή αδερφή, από άτομα που κόπιαραν το δικό του έργο... και όταν τους έπιαναν... θα χρεώνονταν και το δικό του έργο από τους μπάτσους! Αφού έκανε μόνο αυτό που ήταν ηθικά σωστό, γιατί τον εγκατέλειπε έτσι ο Κύριος;
Τα μάτια του ήταν πρησμένα από το ξύλο, το δέρμα του χλωμό από το αίμα που έχανε, τα μισά του δόντια ήταν προ πολλού σπασμένα, η ανάσα του ξέφευγε από τις τρύπες στο θώρακα και το λαιμό... Ο Μάρκος κοίταξε προς τα πάνω, οι δύο συνεργοί σηκώθηκαν από πάνω του φτύνοντάς τον, και ο Νεκτάριος τον πλησίασε ξανά και κάθησε δίπλα του.
Ο Μάρκος σήκωσε το χέρι του προς τον φονιά του σε μια απέλπιδα προσπάθεια να του δείξει τι έκανε... αλλά το αποτέλεσμα ήταν να χάσει τα τρία από τα δάχτυλα του δεξιού χεριού.
Ένιωσε τον Νεκτάριο να σηκώνεται και να ακουμπάει το ένα του γόνατο πάνω στο σαγόνι του, έτοιμος να βάλει όλο του το βάρος σε αυτό και να του συνθλίψει το πρόσωπο... ενώ του έλεγε τα τελευταία λόγια που θα άκουγε στην ζωή του.
"Σίχαμα... Ο Θεός δεν εγκρίνει αυτά που κάνεις... Σε τιμωρεί, κι εγώ είμαι η τιμωρία σου...Η Νέμεσή σου."
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment